Πέμπτη 19/10, Προβολή: Blade Runner
Αυτή την Πέμπτη στις 20.30 στο Συνεργατικό Καφενείο Ακαδημίας Πλάτωνος (Μοναστηρίου 140) θα έχουμε την χαρα να προβάλλουμε την καταπληκτική ταινία του Ridley Scott, το Blade Runner...έτσι για να θυμηθούμε τα παλιά και να προετοιμαστούμε για να δούμε το Blade Runner 2049 που παίζει τώρα στους κινηματογράφους...πάντα συνοδεία φαγητού, ποτού και λοιπών ροφημάτων!
Blade Runner (1982)
R | 1h 57min | Sci-Fi, Thriller | 25 June 1982 (USA)
Director: Ridley Scott
Writers: Hampton Fancher (screenplay), David Webb Peoples (screenplay) (as David Peoples)
Stars: Harrison Ford, Rutger Hauer, Sean Young
Όταν το μάτι, στην αρχή της ταινίας, ανοίγει, δεν το κάνει για να δει αλλά για να μας δείξει ένα δυστοπικό όραμα: «Έχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα τα πιστεύατε… πολεμικά πλοία να φλέγονται στις άκρες του αστερισμού του Ωρίωνα… τις ακτίνες Γ να λάμπουν μέσα στο σκοτάδι στην Πύλη Τάνχαουζερ… όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούν μέσα στον χρόνο, σαν δάκρυα στη βροχή…» λέει ο Ρόυ Μπάτυ, καθώς ψυχορραγεί μπροστά στο έκπληκτο βλέμμα του Ντικ Ντέκαρντ.
To Blade Runner (βασισμένο στη νουβέλα του Φίλιπ Ντικ Do Androids Dream of Electric Sheep?) δεν είναι μια ταινία είδους αλλά ένα υπέρλαμπρο άστρο, που, φορώντας τον μανδύα της επιστημονικής φαντασίας, διασχίζει τα κινηματογραφικά είδη και χαράζει μια εκθαμβωτική τροχιά.
Η ταινία μιλά για την επιθυμία της ζωής, το αμετάκλητο του θανάτου, την αναζήτηση του χαμένου χρόνου, την αναπόφευκτη φθορά των πραγμάτων. ΣΆ αυτό το πολυφυλετικό Λος ¶ντζελες του 2019, που φαντάζει με προβολή της αρχαίας Βαβυλώνας σΆ ένα ζοφερό μέλλον, “άνθρωποι” και “μηχανές” αλληλοεξοντώνονται, καθώς αγωνίζονται να επιβιώσουν και να βρουν απαντήσεις στα παλιά ερωτήματα: «Ποιος είμαι, από πού έρχομαι, πόσος καιρός μου μένει ακόμα;» Απαντήσεις που κυλούν και χάνονται, σαν «δάκρυα στη βροχή», στους βρεγμένους και μελαγχολικούς δρόμους αυτής της διαστημικής Βαβέλ. Αυτό που διακυβεύεται είναι και πάλι, όπως σΆ όλα τα σπουδαία έργα τέχνης, η ανθρώπινη μοίρα: η απόγνωση και η μοναξιά των “ανθρώπων”, τα συναισθήματα και η οδύνη των “μηχανών” μπροστά στον φόβο του θανάτου, η επιτακτική ανάγκη για λίγη ζωή ακόμα. Ο Ντέκαρτ (ο Καρτέσιος παραδέχτηκε ότι συνέλαβε την ιδέα του «ορθού λόγου» σΆ ένα όνειρο) κινείται σαν υπνοβάτης που ξυπνά μέσα σΆ έναν ξένο εφιάλτη, βιώνοντας την εμπειρία να ζεις μέσα στον φόβο, γιατί «αυτό σημαίνει να είσαι σκλάβος». Ο αξεπέραστος φορμαλισμός της, η λαμπερή σκοτεινιά του νουάρ ύφους, τα οραματικά ντεκόρ, η αλλόκοτη αίσθηση των χώρων (ανοιχτοί και ταυτόχρονα κλειστοί), η δράση της (στο εξωτερικό και συνάμα στο εσωτερικό των ηρώων), η εμπνευσμένη σκηνοθεσία, η σοφή κλιμάκωση της έντασης, της αγωνίας, το υπαινικτικό και διφορούμενο παιχνίδι γύρω από την ταυτότητα του Ντέκαρντ (μια ρέπλικα που δεν “συνταξιοδοτήθηκε” ακόμα;), η στιγμή όπου η ψυχή του Ρόυ Μπάτυ πετά, εν είδει περιστεράς (για πού;), καθιστά την παρακολούθησή της —κάθε φορά— μια ανεπανάληπτη κινηματογραφική εμπειρία.